Την τύχη της ιστορικής πορείας στο διάβα του χρόνου του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας ακολούθησε και η αρχαία και ιστορική Πατριαρχική Βιβλιοθήκη  Αλεξανδρείας. Ανθρώπινες επεμβάσεις αλλά και οι κατά καιρούς φυσικές καταστροφές ήταν αιτία να απολεσθούν σημαντικοί πνευματικοί θησαυροί και χειρόγραφοι κώδικες ανεκτίμητης αξίας.

Η Πατριαρχική Βιβλιοθήκη Αλεξανδρείας, θα μπορούσε να λεχθεί, ότι έχει πρωτοχριστιανικές ρίζες και αποτελεί πιθανόν προέκταση της αρχαίας, πλούσιας και ξακουστής Βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας.

Η πρωταρχική αυτή βιβλιοθήκη στεγάστηκε στην αρχή στον ναό του Αγίου Θεωνά. Από την εποχή του Μ. Αθανασίου μέχρι και την αραβική κατάκτηση (642), βρισκόταν στο Καισάρειο, την ‘Μεγάλη Εκκλησία’ της Αλεξάνδρειας. Μετά την αραβική κατάκτηση ο Πατριαρχικός Θρόνος έμεινε κενός άνευ ορθοδόξου Πατριάρχη (642-727) και πολλά βιβλία και κώδικες καταστράφηκαν και χάθηκαν. Ο πρώτος Πατριάρχης μετά την αραβική κατάκτηση, Κοσμάς Α΄, κατάφερε να διασώσει αρκετά χειρόγραφα και κώδικες της Βιβλιοθήκης. Ουσιαστικά όμως ο Πατριάρχης ο οποίος αναδιοργάνωσε τη Βιβλιοθήκη και την έθεσε στην υπηρεσία του Πατριαρχείου και των πιστών ήταν ο Πατριάρχης Ευτύχιος (933-940), πολύ μορφωμένος κληρικός και συγγραφέας αρκετών έργων, με κυριότερο από αυτά τη χρονογραφία του.

Το έτος 1252, και επί Πατριάρχη Νικολάου του Α΄ η Βιβλιοθήκη ακολούθησε την μεταφορά της έδρας του Πατριαρχείου και μεταφέρθηκε στο Κάιρο στην συνοικία Χάρετ ελ Ρούμ (Συνοικία των Ρωμιών). Καθ΄ όλο το διάστημα οι κατά καιρούς Πατριάρχες Αλεξανδρείας ενδιαφέρθηκαν ζωηρά για τη βιβλιοθήκη, τη συντήρηση των θησαυρών της και τον εμπλουτισμό της. Μάλιστα το έτος 1796 έχουμε και τον πρώτο επίσημο κατάλογο των περιεχομένων χειρογράφων, κωδίκων και βιβλίων της από τον Πατριάρχη Αλεξανδρείας Παρθένιο τον Β΄ τον Πάτμιο. Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι μεγάλη ατυχία για τη Βιβλιοθήκη αλλά και για την καθόλου ορθόδοξη εκκλησία αποτελεί η απώλεια από την κατοχή της του περίφημου μεγαλογράμματου Αλεξανδρινού Κώδικα (Codex Alexandrinus) του 4ου αιώνα, ο οποίος περιέχει το κείμενο της Αγίας Γραφής. Ο κώδικας αυτός δωρήθηκε από τον Πατριάρχη Κύριλλο Λούκαρι στον Βασιλιά της Αγγλίας και σήμερα βρίσκεται στο Βρετανικό Μουσείο. Μαζί με αυτόν ο ίδιος Πατριάρχης δώρισε σε βασιλείς της Ευρώπης και ανωτάτους κληρικούς (κυρίως αγγλικανούς) και άλλα σπάνια χειρόγραφα του 3ου & 4ου αιώνα.

Πέρα από τα ανωτέρω η Βιβλιοθήκη δέχθηκε και πολύτιμες δωρεές φιλόμουσων Πατριαρχών, Αρχιερέων και λαϊκών, βιβλίων και χειρογράφων, οι οποίες πλούτισαν τις συλλογές της. Μεγάλοι δωρητές προς αυτήν υπήρξαν: ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας Μητροφάνης Κριτόπουλος (1636-1639), ο Μητροπολίτης Θηβαΐδος Αρσένιος, ο Μητροπολίτης Τριπόλεως Θεοφάνης, ο Μέγας Υπομνηματογράφος του Πατριαρχείου Γ. Κηπιάδης, ο Αλ. Κάσδαγλης, ο Παν. Αριστόφρωνος και πολλοί άλλοι.

Η Βιβλιοθήκη το έτος 1830, επί Πατριάρχη Ιεροθέου Α΄ μεταφέρθηκε στη συνοικία του Καΐρου Χαμζάουι, όπου σήμερα βρίσκονται τα γραφεία αλλά και τα ενδιαιτήματα των κληρικών της Πατριαρχικής Επιτροπείας Καΐρου και ο Πατριαρχικός Ναός του Αγ. Νικολάου. Το έτος 1928, επί Πατριάρχη Μελετίου Μεταξάκη, μεταφέρθηκε στην Αλεξάνδρεια, μόνιμη πλέον έδρα των Πατριαρχών Αλεξανδρείας από του Πατριάρχη Σωφρονίου (1870-1899) και ύστερα. Το  έτος 1947 στεγάσθηκε σε ιδιόκτητο κτήριο στη συνοικία της Ιμπραημίας και το έτος 1971 μεταφέρθηκε μόνιμα πλέον στην πρώην Τοσιτσαία Σχολή, όπου σήμερα βρίσκεται και ο Πατριαρχικός Οίκος.

Βεβαίως όλες αυτές οι κατά καιρούς μετακινήσεις αποδιοργάνωναν τη Βιβλιοθήκη και προκαλούσαν προβλήματα τόσο στη λειτουργία της, όσο και στη συντήρηση και διαφύλαξη των πολυτίμων θησαυρών της. Γι’ αυτό μετά τη μεταφορά της στην Αλεξάνδρεια ο Πατριάρχης Μελέτιος ανέθεσε στον Θ. Βολίδη να εκπονήσει μελέτη για την αναδιοργάνωση της Βιβλιοθήκης και τον εκσυγχρονισμό των προσφερομένων υπηρεσιών της. Το έτος 1930 διορίσθηκε επίσημος βιβλιοφύλαξ ο Ν. Φιλιππίδης, ο οποίος εργάσθηκε σκληρά, μέχρι το έτος 1942, για την οργάνωσή της. Εκείνος όμως ο οποίος έθεσε τις βάσεις για να καταστεί η Βιβλιοθήκη γνωστή σε ολόκληρο τον επιστημονικό κόσμο όπου γης ήταν ο Θ. Μοσχονάς, ο οποίος αναδιόργανωσε πλήρως τη Βιβλιοθήκη και πρόβαλε τους θησαυρούς της, διοργανώνοντας, ή συμμετέχοντας σε διεθνή συνέδρια. Το ίδιο έπραξε και ο γιος του Δ. Μοσχονάς ο οποίος υπήρξε ο συνεχιστής του έργου του πατέρα του στην Πατριαρχική Βιβλιοθήκη μέχρι το 1998.

Σταθμός μεγάλης ιστορικής σημασίας που αξίζει να αναφερθεί αποτελεί το γεγονός του εορτασμού της χιλιετηρίδας της Βιβλιοθήκης το 1952. Ως terminus post quem για το καθορισμό της χιλιετηρίδας ορίσθηκε ο αρχαιότερος χειρόγραφος κώδικας της Βιβλιοθήκης (αρ. 34), ο οποίος είναι των μέσων του 10ου αι. Ο εορτασμός έλαβε πανηγυρικό χαρακτήρα και δόθηκε μεγάλη λαμπρότητα  με την παρουσία και συμμετοχή στις εκδηλώσεις πλήθους πνευματικών ανθρώπων από μεγάλα πανεπιστήμια του κόσμου και εκπροσώπων των μεγαλυτέρων βιβλιοθηκών, όπως του Βατικανού, του Εσκοριάλ, του Λονδίνου, του Κογκρέσου, των Παρισίων κ.ά.

Από το έτος 2000 η Βιβλιοθήκη εισήλθε σε νέα φάση χωροταξικής αναδιοργάνωσης, ψηφιοποίησης των συλλόγων της και της διασύνδεσής της με διεθνείς βάσεις δεδομένων. Έργο το οποίο σήμερα βρίσκεται εν εξελίξει.

Σήμερα η Πατριαρχική Βιβλιοθήκη Αλεξανδρείας καταλαμβάνει μεγάλο μέρος του ισογείου και του πρώτου ορόφου του οριζοντίου άξονα του Πατριαρχικού Οίκου. Οι δύο όροφοι εκσυγχρονίσθηκαν, οργανώθηκαν και εξοπλίσθηκαν με δαπάνη της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος, διά της μέριμνας και της αγάπης για το παλαίφατο Πατριαρχείο του Αλεξανδρινού διοικητού της κ. Τάκη Αράπογλου. Περιλαμβάνει σαράντα χιλιάδες (40.000) και πλέον τόμους βιβλίων. Τρεις χιλιάδες (3.000) παλαιοτύπων από το 1460 μέχρι το 1800. Όλα αυτά είναι τοποθετημένα στα κυλιόμενα βιβλιοστάσια των έξι μεγάλων αιθουσών του ισογείου και του πρώτου ορόφου. Στον ισόγειο χώρο και καθώς εισέρχεται ο επισκέπτης, αριστερά, υπάρχει ευρύχωρο, άνετο και σύγχρονο αναγνωστήριο. Δίπλα από το αναγνωστήριο βρίσκεται μικρή και φροντισμένη αίθουσα συσκέψεων και προβολών. Στον πρώτο όροφο ανέρχεται ο επισκέπτης ερευνητής από την κομψή ξύλινη σκάλα. Το τμήμα αυτό του πρώτου ορόφου έχει διαμορφωθεί ως χώρος επιστημονικών συναντήσεων υψηλών προδιαγραφών. Στον ίδιο χώρο υπάρχουν όμορφες προθήκες στις οποίες εκθέτονται παλαίτυπα της Βιβλιοθήκης και παλαιά οθωμανικά έγγραφα.

Στο βάθος του πρώτου ορόφου μια αίθουσα έχει διαμορφωθεί ως αρχειοφυλακείο και κωδικοφυλακείο. Η αίθουσα αυτή περιλαμβάνει συστήματα υψίστης ασφαλείας καθώς και συστήματα υψηλής τεχνολογίας για την προστασία των χειρογράφων και του αρχείου, από κλοπή, πυρκαγιά και τις κλιματικές και καιρικές αλλαγές. Εδώ φυλάσσονται τα 530 χειρόγραφα του Πατριαρχείου τα οποία αποτελούν το κόσμημά του αλλά και τους αψευδείς μάρτυρες της πολυετούς ιστορίας του. Οι χειρόγραφοι κώδικες είναι περγαμηνοί, βομβύκιοι και χάρτινοι. Χρονολογικά ξεκινούν από τα μέσα του 10ου αι. και φθάνουν μέχρι τα μέσα του 19ου. Υπάρχουν βεβαίως και ορισμένα φύλλα από το επονομαζόμενο «πορφυρούν χειρόγραφο» (αρ. 491) το οποίο είναι του 5ου αιώνος, περγαμηνό με μεγαλογράμματη γραφή.

Τα αρχαιότερα χειρόγραφα είναι τα αρ. 12, 34, 59, 289, 477, όλα του 10ου αι. Ως προς το περιεχόμενο αποτελούν Ευαγγελιστάρια (π.χ. αρ. 59), βίοι αγίων (π.χ. αρ. 15 και 24), μουσικά  (π.χ. αρ. 59), κ.ά.

Ακόμη στη συλλογή περιλαμβάνονται και χειρόγραφα που περιέχουν τραγωδίες του Αισχύλου του Ευρυπίδη κ.ά. (π.χ. αρ. 18). Φιλοσοφικά έργα του Πλάτωνα (αρ. 193), του Αριστοτέλη. Για παράδειγμα το χειρ. αρ. 87, του 13ου αι., περιλαμβάνει τα έργα του Αριστοτέλη με σχόλια του Θεόδωρου Μετοχίτη (+1332). Σπάνια χειρόγραφα, όπως το αρ. 248, που αποτελεί μελέτη του ηλιακού και σεληνιακού κύκλου, με έτος γραφής το 1902, και το χειρόγραφο αρ. 430, που περιέχει μύθους του Αισώπου και είναι από τα σπανιότερα στον κόσμο.

Επίσης στη συλλογή υπάρχουν και έργα βυζαντινών συγγραφέων, όπως του Ι. Ζωναρά  (π.χ. αρ. 13, 36, 62), του Μ. Ψελλού (π.χ. αρ. 71, 81, 216, 229), Γ. Ποχυμέρη (π.χ. αρ. 23, 99), Γεωργίου Γεμιστού Πλήθωνος (αρ. 193) και πολλών άλλων.

Τέλος, πρέπει να επισημανθεί ότι αρκετά χειρόγραφα φέρουν εξαιρετικές πολύχρωμες μικρογραφίες, αρίστης Βυζαντινής τέχνης και τεχνοτροπίας, πολύπλοκες διακοσμημένες επικεφαλίδες, πλούσια έγχρωμα επίτιτλα και αρχιγράμματα. Τέτοιας ανεκτίμητης αξίας κοσμήματα περιέχουν για παράδειγμα τα χειρόγραφα αρ. 35  (βίοι αγίων Μαΐου – Αυγούστου), αρ. 65 (Θείες Λειτουργίες Χρυσοστόμου, Μ. Βασιλείου και Προηγιασμένων), αρ. 66 (με ίδιο περιεχόμενο) και αρ. 86 (Ευαγγελιστάριο).

Εκτός από τα χειρόγραφα στο χώρο αυτό φυλάσσονται και 157 κώδικες του ιστορικού αρχείου του Πατριαρχείου, οι οποίοι παρουσιάζουν ολόκληρη την διοικητική, ποιμαντική, κοινωνική και γενικότερη εκκλησιαστική μέριμνα και φροντίδα του Πατριαρχείου υπέρ του ποιμνίου αλλά και για τα γενικότερα εκκλησιαστικά ζητήματα από τον 16ο αι. μέχρι τις αρχές του 20ου αι. Σε αυτούς μπορεί κάποιος να βρει έγγραφα Πατριαρχικά, ιδιόχειρες σημειώσεις Πατριαρχών, αρχιερέων και βιβλιοφυλάκων. Σιγίλια, Πατριαρχικά Πιττάκια και Εγκυκλίους. Ακόμη πιστοποιητικά γάμων, βαπτίσεων, θανάτων, διαθήκες, συμβόλαια κ.ά. Σε όλους αυτούς τους κώδικες παρουσιάζεται ανάγλυφα ο πολυκύμαντος βίος της Εκκλησίας Αλεξανδρείας, η αγωνία των Πατριαρχών για τη διαφύλαξη του ποιμνίου και διασφάλιση του μέλλοντος της Εκκλησίας του Αγίου Μάρκου, καθώς και η ατομική και συλλογική κοινωνική έκφραση του ποιμνίου.

Το αρχείο των κωδίκων συμπληρώνουν και οι φάκελοι της πατριαρχικής αλληλογραφίας από του 17ου αι. και μετέπειτα. Ένας όγκος εγγράφων που πλουτίζουν την ιστορία του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας και σήμερα ταξινομούνται με σύγχρονα ψηφιακά συστήματα, ώστε να δοθούν προς χρήση των ερευνητών.

Η Πατριαρχική Βιβλιοθήκη Αλεξανδρείας, διασώζοντας διαχρονικά τα ιστορικά στοιχεία της πορείας του ορθοδόξου γένους στη Νειλοχώρα και συνεκδοχικώς σε ολόκληρη την Αφρική και αποτελώντας τον λύχνο εκείνον ο οποίος με το τρεμάμενο και λιγοστό του φως φώτιζε αδιάκοπα ακόμη και μέσα στους ζοφερούς και σκοτεινούς αιώνες της ιστορικής πορείας της Αλεξανδρινής Εκκλησίας, ίσταται, σήμερα περήφανη στον πλήρως ανακαινισμένο χώρο της, έτοιμη να συνεχίσει την πολυδιάστατη αποστολή της και να δεχθεί τον κάθε άνθρωπο όπου γης, ερευνητή ή φιλόμουσο μελετητή.

(Κείμενο από το βιβλίο για τα Ιερά Προσκυνήματα του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής, που υπογράφει ο κ. Παναγιώτης Τζουμέρκας)